(το δώρo, λίγες μέρες πριν τα σαράντα)
Μια εμπειρία μου ως μέτριος άνθρωπος, που έγινε στιγμιαία και δεν βασανίζει, είναι ενός παιδιού η κουβέντα. Μια κουβέντα αιχμή, που διαισθάνεται την αδικία και σε ξαναβαφτίζει, στην ιαματική δύναμη της δικαιοσύνης: «Παντού, παντού χτίζουν σπίτια. Όλα τα καταστρέφουν. Κοίταξε τι μεγάλα που είναι! Πόσο μεγάλα! Πόσα σπίτια; Εκείνα εκεί είναι πολλά μαζί και το ένα πάνω στο άλλο. Καινούργια. Γιατί δεν γράφουν μια ανακοίνωση πάνω σ’ αυτά, ότι είναι μόνο γα τα φτωχά παιδιά;» Η μόνη ιδέα γλυτωμού από τέτοιο κακό, ήταν να πω σ’ αγαπώ.
Ποιες σχολές και ποιοι Θεωρητικοί με τα εξηγητικά παρεπόμενα τους και μαζί με το κοινό τους, με όλες τις αναμεταξύ τους αναδράσεις μπορούν να ιδούν την καθαρότητα της ανάγκης ενός παιδιού.
Το παιδί εκφράστηκε συντελικά. Μια παρόλα παιδιών και μια ελπίδα αθωότητας.
Τα παιδιά δεν γνωρίζουν τα όρια της ανθρώπινης φύσης.
Είναι καθαρά.